Monday 20 August 2012

-166

Σήμερα πα'αίνω πέρα δώθε. Αλλάζει ο κυρ δίκας.
Ο κυρ Γιάννης πλέον κυκλοφορεί τις τελευταίες μέρες πολύ λελέ και πέρα από το ότι παίζει το μικρό Μπάφαλο Μπιλ στη φάρμα ή το νέος αγρότης ψάχνει (το βαθμό που δεν πήρε), πλέον έχει αρχίσει να πλένει -όπως μαθαίνω- και τα αυτοκίνητα από λοχίες. Τόσο βαριέται. Ζητάει και κανά τσιγάρο "για τον κακόμοιρο τον διοικητή μας", ακούει μουσικούλα και διασκεδάζει με το σάουντρακ από την τάδε τούρκικη σαπουνόπερα που ακούγεται από το κινητό του.
Η παλιά μου οργή, παρόλο που φτάνει στην άκρη του μυαλού μου κάθε φορά που τον βλέπω, ταυτόχρονα καταλαγιάζει αμέσως συνειδητοποιώντας την κατάστασή του. Μέχρι και φέησμπουκ ζήτησε να του φτιάξουνε με εικόνα του Μιστερ Μπην "γιατί αρέσει στην κόρη του".
Έχει λόγο που το κρύο πιάτο της εκδίκησης "σερβίρεται" μόνο του, με παθητικό ρήμα, μιας και όλα αυτά μόνος του τα κάνει και μου κόβει κάθε όρεξη μέχρι και να πάω να παραπονεθώ για το μαλακισμένο τρόπο με τον οποίο μου 'χε φερθεί.
Ας φύγει. Καιρός του είναι.
Ο παλιός-αλλιώς λένε και ο νέος-ωραίος.
Κάνω τις δουλειές του γραφείου μου, κάνω τις διπλανές (το 3ο ψώνισε βοηθούς από σβέρκο), κάνω και μια παραδιπλανή κι έχω μετά να τρέχω στο χωριό να ειδοποιώ από πού θα περάσει για τουρ ο νέος δίκας που σήμερα του δείχνανε το βασίλειό του.

Πιο μετά έχει έξοδο, με αναγκαστικούς δορυφόρους το Κουνάβι (που-λέει-το-μικρό-αύδμ-ασβό) και τον Καρα-φλος.
Επόμενο είναι να φύγω και να κάνω βόλτες μόνος μου για τις περισσότερες ώρες.
Πάω για πλυντήριο.

Μονάχος κι ήσυχος. Μοναξιά και σιωπή. Α - και μπύρες.

Κάνω το δικό μου πρόγραμμα και μιλάω την ίδια στιγμή με μια φίλη. Εμείς κάνουμε κρα να "επαναπατριστούμε" κι αυτό μεταναστεύει. Όπως πολλοί άλλοι θα μου πεις, ωστόσο, το παράδοξο παραμένει. Και το παράπονο. Και η επιθυμία για διεξόδους σε αδιέξοδα. Κι άλλα.
Είναι από αυτούς που επιμένουν να πιστεύουν σε μένα. Πριν από μένα κι αντί για μένα. Και μετά από μένα. Πιστεύει ότι θα τελειώσω, θα βρω τις λύσεις και "θα κάνω πράματα μεγάλα". Έργα μεγάλα σου λέω.

Άνοιξη σκότωσα μες στον Αυλώνα
καλοκαίρι μάδησα σαν ανεμώνα
τέτοιο φθινόπωρο μην ξαναρθεί

Κι εδώ είμαι, να ιδρώνω και να ακούω το χειμώνα του Πιατσόλα


Θυμάμαι μόνο αυτά που πρέπει να ξεχνάω.

Και μετά


Και λίγο μετά the universe smells awful today


Και τέλος


Εν ολίγοις,
στο γκαράζ με τα αυτόματα πλυντήρια του ξενοδοχείου Ελεονώρα, κάθισα κι έκλαψα.

0 σχόλια:

Post a Comment