Sunday 4 September 2011

|

Εσύ που χωρίζεις το παρελθόν από το μέλλον. Εσύ που βάναυσα ξεχωρίζεις αυτό που σκέφτηκα και κωδικοποίησα από την υπόλοιπη νοητική σούπα. Πότε είσαι εκεί και πότε δεν είσαι. Προσπαθώ να σε βλέπω συνέχεια, αλλά το δεξί μου χάος σου επιβάλλει να αναβοσβήνεις αμήχανα. Μαύρος και κάθετος σε γραμμή που δεν υπάρχει. Σε γραμμή που θέλω να υπάρχει. Υπάρχει έστω και μια δική σου σκέψη; Πώς περιμένεις; Και τι κάνεις; Πώς υπάρχεις πριν από μένα; Μετά από μένα;
Κι όταν δεν σε βλέπω; Υπάρχεις πάλι, αδρανείς ή εξαφανίζεσαι όπως ο υπόλοιπος κόσμος όταν δεν τον κοιτώ μέσα απ'τα γυαλιά μου; Εγώ πιστεύω -και δεν μπορεί κανείς να με διαψεύσει- πως όταν δεν σε βλέπω, γέρνεις και απλώνεσαι και γίνεσαι ένα με τη γραμμή που θες να υπάρχει. Φτιάχνεις καμπύλες και βάφεις όνειρα με κάτασπρα πινέλα. Κι όταν γυρίζω και σε βλέπω πάλι ορθό, να αναβοσβήνεις μόνος, πάντα αμήχανα, άλλοτε υπομονετικά κι άλλοτε ανυπόμονα, η ανάμνηση από τα όνειρα φαίνεται σε κρατάει. Έτσι εξηγώ τη δύναμη που ασκείς μες στο μυαλό μου.