Friday 8 June 2012

-92

Σήμερα έκανα την δεύτερή μου υπηρεσία και την πρώτη ένοπλη. Σκοπιά παραδοσιακή. Αλλά με ζευγάρι.
Η καλύτερη έφοδος ήταν ένας φαλακρός γεματούλης αρχιλοχίας που έκατσε να κάνει και τσιγάρο μαζί μας και βοήθησε να δούμε με ωραία προοπτική ζωή και στρατό. Όλα πάνε σκατά αλλά δεν θα μας τρελάνει κανείς.
Έπιασε, λέει, τη γυναίκα του με άλλον και πλέον τον ενδιαφέρουν μόνο τα παιδιά του. Βρήκε νέο αμόρε, μια χωρισμένη με δυο παιδιά που είχε πιάσει τον άντρα της με τον κουμπάρο. Σύστησε τη νυν στην πρώην και η πρώην πήγε να φρικάρει.
"Από 'δω η νυν, από 'δω η πρώην" της είπα, φρίκαρε, έκανε επέμβαση μπαλονάκι στην καρδιά και δεν με ένοιαξε καθόλου - της είπα ο θεός συγχωρεί, εγώ όχι, ούτε περαστικά δεν της είπα. Δεν θα κα΄τσω να τρελαθώ εγώ. Και το 'πα και στην καινούρια, αν μου τη μπαίξεις, θα στη μπαίξω.
Ενδιάμεσα στα νούμερα, πάω όρχο, παίζω κιθάρα, ό,τι μου ζητάνε, όσα μπορώ, ακούω διάφορα, προσπαθώ εις μάτην να προσαρμοστώ.
Ανήμπορος να ελέγξω οτιδήποτε γύρω μου ή να προβλέψω κάτι. Ένας κοντά τριαντάρης να ρωτά συνεχώς σαν ψάρι ό,τι επιπλέει γύρω του. Καθαριότητες, φασαρία, τρέξιμο, φίδιασμα - δεν καταλαβαίνω τίποτα.

Το ραδιόφωνο παίζει Χατζηγιάννη, Βίσση, μπόλικο Νότη, Ασημίνα Σαγαπώ και ένα μπιτάκι που ένα σχεδόν ανήλιλκο φωνάζει "και τι έγινε μ' αυτό" στον διαστροφικό  έκφυλο θείο/βιαστή/ραπερ με τη βαριά φωνή που προσπαθεί να δείξει αυτοκυριαρχία και της υπενθυμίζει την ηλικία της λίγο πριν ασελγήσει πάνω της.
Χτες το βράδυ μου 'πε την ιστορία του ο κουρέας/ζωγράφος/σχεδιαστής/τατουατζής του χωριού μας κι έτσι βγήκε το χτεσινό στιχάκι.
Σήμερα, ο ΛεΓεώ μου 'λεγε λίγη από τη δική του. Για τις δουλειές που έκανε. Απ'το σχολείο κιόλας. Έφτιαχνε 50άδες αυτοκόλλητα πόκεμον. Καφετέριες, καφενεία, μπαρ. Τυπογραφεία. Και στην απογραφή πρόσφατα. Τον ρώτησα για ιστορίες από σπίτια. Και μου 'πες για σπίτια μεταναστών που ήταν πιο φιλόξενα από ελληνικά, για γιαγιάδες που του 'φτιαχναν καφέ για να περάσει πέντε λεπτά μαζί τους και τον πήγαιναν να δει τον ανάπηρο άντρα τους που είχε μήνες να δει άνθρωπο, για χήρες μόνες, για μια ξαδέρφη της Μαρίας Κάλλας που που ζει στην Καλαμάτα μόνη της παρέα με φωτογραφίες και αναμνήσεις και για γονείς που τα παιδιά τους μαζεύουν πτυχία και ξενιτεύονται και αυτοί περιμένουν μόνοι τους εδώ και πως πολλές φορές τον πήραν τα ζουμιά.
Για αυτά αξίζει ο στρατός. Τον σταμάτησα γιατί έπρεπε να κοιμηθώ γιατί είχα νούμερο. Έξω δεν θα το 'κανα ποτέ. Αλλά έξω δεν θα τον γνώριζα και ποτέ.

0 σχόλια:

Post a Comment