Wednesday 13 July 2011

Είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο

Έίναι λίγο πριν τους Ολυμπιακούς του 4. Ίσως χειμώνας του 3. Δεν θυμάμαι ακριβώς. Παίζουμε στα Εξάρχεια, στη Ναυαρίνου σε ένα μαγαζί που λεγόταν Ίγκολ (Eagle) και το ΄χε ο Μπορμπόκης. Επίσης δεν ξέρω αν γράφεται καν έτσι. Της ΑΕΚ κάτι ήταν αυτός λέει. Παίζουμε παρασκευοσάββατα με τον Κωστή, τη Μαρία και ανά περιόδους το Θανασάκη.
Ο τύπος που το δούλευε μας έβαζε να παίζουμε μέχρι και λαϊκό, στα οποία ανέβαζε έναν αποσδιόριστων διαστάσεων τύπο -οι διαστάσεις του παραμένουν απροσδιόριστες γιατί ακόμα κι όταν ήμουν στον ίδιο χώρο μαζί του έστριβα από την άλλη το κεφάλι όταν τραγουδούσε- να τα λέει. Χαμός. Πήγαινε το χασαποσέρβικο με τα δάχτυλα στην πετονιά σύννεφο. Τέλειωνε το πρόγραμμα και μετά τρέχανε μαζί να ανοίξουν μπουκάλι [Νότη. Και το γαρούφαλλο σύννεφο - και την άλλη μέρα κλαίγανε για αφραγκίες.]
Μετά από μερικούς μήνες σκάσανε μύτη κάτι μικρότεροι, δυο αγόρια να παίζουνε κι αυτά "τα ροκ". Το ροκ το ελληνικό; Που 'ναι ζεϊμπέκικο; Αυτό. Να το ακούμε σταυρωμένοι στο κοινό. Μια κιθάρα ο ένας, τραγουδιάρης ο άλλος. Είχε και λίγο από ξένο. Κανα νιρβάνα ανπλάγκντ και τέτοια. Βέβαια ο σωρός ήταν από τη θεσσαλονικιά σοδειά του 90κάτι και συνοδευόταν από αντίστοιχη άρθρωση, τραγούδισμα και άτιτχιουντ. Μαλωμένος καιρό με τα φωνήεντα, σε ένα υπερβατικό τρανς, στο μάτι-γυάλα να ανεβαίνει η στάθμη της γλαρόσουπας που με γερμένο κεφαλάκι χύνεται από τα αυτιά και αυτός σχεδόν να ψιθυρίζει μυστικά στο μικρόφωνο "Κάθαμα στιν άκρ(ε) τ'γιαλου(α)" και άλλα τέτοια.

Βέβαια αυτά εγώ δεν τα γνώριζα καλά. Θα ερχόταν όμως η στιγμή που θα τα μάθαινα.

Μια εβδομάδα θα 'λειπε ο κιθαρίστας τους. Έτσι, ένα απόγευμα που καθόμουν στην Αριστομένους σε μια ανυποψίαστη καρέκλα χτυπάει το υποψιασμένο μου κινητό.
Το νόημα ήταν θέλωβοήθειαμηχάσωτομεροκάματο["μη χάσω γενικά" συμπλήρωνα νοητικά]νασουδώσωμιαλίσταναταπαίξεις;
Γιατί όχι, άλλωστε ως πολεμιστής του φωτός έχω πάρει όρκο ιερό ότι θα είμαι έτοιμος για θάλασσες εμπειριών, φουσκωθαλασσιές βασάνων, τρικυμίες συγκινήσεων και θα ρουφάω το μεδούλι της ζωής χαϊδεύοντας ανάσκελα 2 γίδες κάθε ηλιοβασίλεμα μέχρι να βγουν τα πρώτα αστέρια και αρχίσω το μέτρημα.
Παίρνω τη λίστα και το μάτι μου πέφτει στο Dream On των Aerosmith.
Τον ρωτάω αν το λέει. Βεβαίως. Τον ξαναρωτάω γιατί προς στιγμήν αγχώθηκα. Επιβεβαίωσε την πρότερή του δήλωση με κούνημα του κεφαλιού και άλλη μια λεκτική κατάφαση. Σε περίπτωση που δεν είχα πειστεί, συνέχισε με επιχείρημα.
Ναι, αφού πήγα μια μέρα και σε ένα καραόκε, στο Μάιξ [νομίζω] και το 'χα ζητήσει, ανέβηκα και το είπα και μια σερβιτόρα μετά ήρθε και με ρωτούσε αν είμαι τραγουδιστής.
Οκ. Το αφήνω. Θα προσπαθήσω να το βγάλω για ακούστικ, μια κιθαρίτσα, στη χειρότερη μόνο αρμονίες. Όταν έρθεις Αριστομένους για πρόβα, το δοκιμάζουμε.

Μέρα πρόβας. Ένα μισάωρο πριν έρθει, μπρος-πίσω το εμπιθρή να βγάλω την εισαγωγή και τη δομή, το ψιλοετοιμάζω. Σκάει. Το 'βγαλες; Κάτσε να σου δείξω.
Δεν περνάει μισό λεπτό.
Δεν πάει έτσι.
Ο χρόνος γύρω μου σταμάτησε. Η ατμόσφαιρα σκοτείνιασε. Η πίστη μου στο Φως κλονίστηκε. Το Σκοτάδι με πλησίασε. Μια μικρή λάμψη κρύφτηκε πίσω από το κάθε μου μάτι και ο χρόνος ξαναξεκίνησε. Ήταν θέμα δευτερολέπτων να το παίξω συγκαταβατικός μετά την προσβολή που μου έκανε. Το σχέδιο ολοκληρώθηκε όταν τραγούδησε μαζί μου τον πρώτο στίχο.

Για μισό... Έχω ένα μικροφωνάκι για το πισί. (Αυτά τα μαύρα που είναι σα χοντρό καλαμάκι με πρησμένο κεφαλι.) Δεν σηκώνεσαι και όρθιος για να βγαίνει καλύτερα η φωνή και θα παίζω δυνατά να περνάει και ο ήχος από την κιθάρα, να ηχογραφήσουμε το πέρασμα ώστε να ακούσουμε μετά τα λάθη μας;

Ο Γιάννης δέχτηκε. Πήρε πόζα.
Έβαλε τη μια του παλάμη στην τσέπη του κοντοκάβαλου παντελονιού του, τέντωσε τον αγκώνα του ίδιου χεριού και το υπόλοιπο χέρι συνέχιζε μέχρι που χανόταν στο σκουρόχρωμο τίσερτ. Έκλεισε πάλι το γλωσσικό κέντρο του εγκεφάλου που ελέγχει τα φωνήεντα. Άνοιξε αυτό που ελέγχει το φίλινγκ (γλαρόσουπα, τρανς και τέτοια) και κράταγε με το δεύτερο χεράκι του το μικροφωνάκι. Αυτό το χεράκι είχε υποχρεωτικά αγκώνα λυγισμένο αλλά το απρόβλεπτο της υπόθεσης ήταν ο καρπός που είτε ξεκουραζόταν στο στήθος, είτε ανεξάρτητος από το υπόλοιπο χέρι απομακρυνόταν από αυτό, ενώ τα δάχτυλά του κράταγαν το χοντροκέφαλο μαυρο καλαμάκι κοντά στο στόμα του.

Μου χάρισε δυο ανεπανάληπτα τέιξ και για πρώτη φορά μετά από σχεδόν 8 χρόνια ανεβάζω το καλύτερο.




Φίλοι μου που το 'χουν ακούσει, με ρωτάνε τι μυστική μάντρα επαναλάμβανα ώστε να διατηρηθώ ψύχραιμος κατά τη διάρκεια της ηχογράφησης. Πώς ήμουν τόσο κουλ και τέτοια. Δεν έχω απάντηση, παρά μόνο τη βιβλιογραφία του Κοέλιο.

Ο Νταλί μπήκε για να τρομάξει και η φωτό είναι κάτι κλωστές με τις οποίες έπαιζα τη νύχτα του Τέλους των Ημερών.

Μετά που το ακούγαμε, ο Γιάννης, φοιτητής νομικής τότε, ήταν ικανοποιημένος αν και βρήκε μερικά λαθάκια. Το σημείο του ρεφρέν/οκταβαπάνω, στο οποίο με προγράμματα ενίσχυσης ήχου κάποιος μπορεί να ακούσει μια μικρή διαβολική φωνούλα να τον προκαλεί "ανέβα! ανέβα!", δεν τον άφησα να το ακούσει όταν τελειώσαμε το τέικ. Τον διαβεβαίωσα ότι θα το διαγράψω. Αλλά η ώρα της εκδίκησής μου δεν είχε έρθει. Τώρα μπορώ να το διαγράψω.

Επίλογος:
Το λάιβ έγινε. Το αποτέλεσμα ήταν κάτι περισσότερο από καλτ. Επίσης το μαγαζί είχε τρεις και το γλόμπο μάνατζερ. Φούντωσε το κέφι στο μαγαζί όταν μπήκε μια παρέα με τρεις ράπερ της περιοχής: δυο αλβανοί που τα ονόματά τους ποτέ δεν έμαθα και μαζί τους ο Κώστας Μολτσίδης, ο τύπος που έφυγε δεύτερος από το πρώτο Fame Story κι είχε τραγουδήσει το Να Μ Αγαπάς και το Θέλω να γυρίσω στα παλιά του Μαζώ τη δεύτερη βδομάδα και πολύ στενοχωρηθήκαμε που έφυγε - και μη ρωτήσει κανείς πώς έχω τόσες πληροφορίες. Κατέληξε η φάση ο Γιαννάκης να κάνει βουτιά στο κοινό από το στέιτζ, εγώ να συνοδεύω ένα αλβανικό παραδοσιακό που δεν γνώριζα, να κρατάω ένα ρυθμικό οτινάναι για να ραπάρει στα αλβανικά ο ένας, να παίζω το Να Μ' Αγαπάς για να το πει ο άλλος (έλληνας ράπερ) και τέλος να προσπαθώ να του συνοδεύσω το "Δεν Πιστεύω" της Ελένης Δήμου που το 'χει κάνει τότε διασκευή και είχε κυκλοφορήσει σε σινγκλ. Επειδή θα καείτε να το ψάξετε, σας προλαβαίνω, το ακούτε εδώ.




[Edit: 19/7/2011 - Δυο μέρες μετά την παρούσα ανάρτηση, στη διάρκεια μιας βόλτας στα ουζερί του Βόλου, τα αυτιά μου πήραν το παραπάνω άσμα και πολύ χάρηκα. Τελικά είμαστε καταπληκτικά ζώα, προγραμματισμένα να χαιρόμαστε με αυτά που αναγνωρίζουμε.]


Και να φανταστείς τότε δεν έπινα κιόλας.
Η βραδιά όμως είχε καταλυτική επίδραση πρός αυτή την κατεύθυνση.

ΥΓ. Οκ και η κιθάρα στο Ντριμ Ον είναι αστεία. Ειδικά σε κάτι συγχορδίες που βάραγα, ήταν ένας τρόπος να απελευθερώνω το τσι από τα τρομαγμένα μου τσάκρα. Θυμίζουν πηδηχτό Ρόδου. Ξέρω 'γω; Εγώ μου τη χαρίζω, ήμουν μικρός τότε. Άλλωστε η αξία του κλιπ είναι άλλη.

0 σχόλια:

Post a Comment